ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΟΥΤΖΑΝ
ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ
Πριν την ανάγνωση
- Προβλήθηκε απόσπασμα από μια άλλη
εκδοχή της Ελένης του Ευριπίδη σε μορφή όπερας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
- Διαβάσαμε Πληροφορίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες από τον
περιηγητή Παυσανία (2ος αιώνας
μ.Χ.)
Ξένοι, βάρβαροι, ακόμη και
δούλοι μπορούσαν να παρακολουθούν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Απαγορευόταν όμως
ρητά να εισέρχονται στο στάδιο και να παρακολουθούν τους αγώνες οι έγγαμες
γυναίκες. Η μόνη ενήλικη γυναίκα που μπορούσε να παρακολουθήσει τους αγώνες
ήταν η ιέρεια της θεάς Δήμητρας.
Η μοναδική έγγαμη γυναίκα που τόλμησε να παραβιάσει το
άβατο της Ολυμπίας ήταν η Καλλιπάτειρα από
τη Ρόδο, που
καταγόταν από μεγάλη οικογένεια ολυμπιονικών. Αυτή, όταν έμεινε χήρα, ανέλαβε η
ίδια την εκγύμναση και την προετοιμασία του γιου της Πεισιρόδου, για να λάβει
μέρος στο αγώνισμα της πυγμαχίας κατά την 96η Ολυμπιάδα (396 π.Χ.). Φλεγόμενη
από επιθυμία να παρακολουθήσει τον γιο της να αγωνίζεται και να νικά στην
Ολυμπία, αψήφησε τον σχετικό νόμο, μεταμφιέστηκε σε άντρα γυμναστή και πέρασε
στο στάδιο.
Από σεβασμό προς τον πατέρα, το σύζυγο και το γιο της για
τις αθλητικές επιτυχίες τους, οι ελλανοδίκες δεν την τιμώρησαν, αλλά την άφησαν
ελεύθερη. Ήταν κόρη του περίφημου ολυμπιονίκη Διαγόρα και σύζυγος ενός επίσης
μεγάλου ολυμπιονίκη, του Καλλιάνακτος, ενώ τα αδέρφια της και ο γιος της
κέρδισαν κι αυτά σημαντικές νίκες στους Ολυμπιακούς Αγώνες και στα Ίσθμια.
ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ-Καλλιπάτειρα
Αρχόντισσα Ροδίτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε.* - Έχω εν' ανίψι, τον Ευκλέα,
τρί' αδέρφια, γιο πατέρα ολυμπιονίκες·
να με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες,
κι εγώ να καμαρώσω μες στα ωραία
κορμιά, που για τ' αγρίλι* του Ηρακλέα
παλεύουν, θιαμαστές* ψυχές
αντρίκιες.
Με τις άλλες γυναίκες δεν είμ' όμοια·
στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζει
με της αντρειάς τα αμάραντα προνόμια.
Με μάλαμα* γραμμένος το
δοξάζει
σ' αστραφτερό κατεβατό
μαρμάρου*
ύμνος χρυσός τ' αθάνατου Πινδάρου!*
Και https://www.youtube.com/watch?v=y4tluD1ddY8
- Προβολή και συζήτηση του άρθρου για
την πρόσφατη ιστορία της Roya Heshmati
https://www.athensvoice.gr/epikairotita/diethni/831242/roya-heshmati-oi-74-vourdoulies/
- Αναζητήσανε πληροφορίες για τη ζωή και το έργο της Μαρτινέγκου
Πρώτη πεζογράφος της ελληνικής γραμματείας, η οποία έζησε στις
αρχές του 19ου αιώνα (1801-32). Η Ελισάβετ από το «Άγιος ο Θεός, Άγιος ισχυρός» που της είπε η
μητέρα της ή η γιαγιά της, κάτι λίγα που της έδειξε ο πατέρας της, έτσι για να
περάσει την ώρα του, αυτά που της δίδαξαν οι τρεις ιερείς κατ’ οίκον, μεταξύ
αυτών και ο Θεοδόσιος Δημάδης, που την ενημέρωσε και για την ελληνική
Επανάσταση, και με την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε η ίδια στη βιβλιοθήκη
του σπιτιού της, έμαθε στα δεκατέσσερα να διαβάζει γαλλικά και να μεταφράζει·
στα δεκαέξι σχεδόν έγραψε γράμμα και το έστειλε στον πατέρα της στην Κέρκυρα. Έμαθε
και μετέφρασε αρχαία και νέα ελληνικά και ιταλικά και, το σημαντικότερο, έγραψε
την Αυτοβιογραφία της,
επιστολές και δικά της έργα, όπως είναι ο Φιλάργυρος.Η Ελισάβετ έγραφε συνέχεια, αλλά δεν πρόλαβε να
δει τίποτα δημοσιευμένο. Ήταν άγνωστη μέχρι το 1881, όταν ο γιος της αποφάσισε
να εκδώσει την Αυτοβιογραφία της
– λογοκριμένη, βεβαίως. Όπως γράφει στην εισαγωγή του ο Ελισαβέτιος, η μητέρα
του γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1801, από γονείς των αριστοκρατικότερων
οικογενειών του νησιού, και πέθανε το 1832, 16 μέρες μετά τον τοκετό. Να
θυμίσουμε πως δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να παντρευτεί, παρά μόνον να διαβάζει
και να γράφει, ακόμα και να πάει σε μοναστήρι, διότι η ευτυχία είναι η ειρήνη
και η ειρήνη μόνον εκεί βρίσκεται. Η ανδροκρατούμενη ζακυνθινή κοινωνία, όμως,
αλλά και οι πολιτικές φιλοδοξίες του πατέρα της απαιτούσαν γάμο και μάλιστα με
τον πολιτικό Μαρτινέγκο, είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της, από τον οποίο είχε
προσδοκίες και δεν θα επέτρεπε να τις ανατρέψει η θυγατέρα του. Έτσι, την έσυρε
στον γάμο, από τον οποίο βγήκε με τη λευτεριά
του Χάρου, όπως λέει και ο Οδυσσέας Ελύτης. https://diastixo.gr/kritikes/diafora/16729-martinegkou-aftoviografia
- Δόθηκε φύλλο εργασίας μετά την ανάγνωση
Μετά την ανάγνωση
1. Να συμπληρώσετε τον πίνακα:
2. Τι πληροφορήθηκε η Ελισάβετ από τον
δάσκαλό της; Ποια ήταν η πρώτη της αντίδραση;
3. Τι τελικά συνειδητοποίησε ότι ήταν
αυτό που την εμπόδιζε να βοηθήσει στην Ελληνική Επανάσταση και μετρίασε τα συναισθήματα του ενθουσιασμού της;
4. Να βρείτε φράσεις/λέξεις του κειμένου
που φανερώνουν αυτή την εναλλαγή των συναισθημάτων της.
5. Πώς αντιλαμβάνεστε τις έννοιες της
σκλαβιάς και της ελευθερίας τόσο της εθνικής όσο και της προσωπικής μέσα από τις σκέψεις της
Μαρτινέγκου;
6. Πώς αντιλαμβάνεται η Μαρτινέγκου τον
γάμο για μια γυναίκα; Ποια κακά φοβάται ότι μπορεί να συμβούν σε κάποια
παντρεμένη γυναίκα; Ποια παρομοίωση χρησιμοποιεί;
7. Ποιες εναλλακτικές σκέφτηκε η
Μαρτινέγκου ώστε να αποφύγει τον γάμο;
8. Ποιοι της αρνήθηκαν αυτές τις
εναλλακτικές; Τι της αντιπρότειναν;
9. Γιατί αυτό που της πρότειναν την έκανε να «τρομάξει»;
10.
Η πιο
χαρακτηριστική ίσως σχετική σκηνή συμβαίνει όταν η Ελισάβετ προειδοποιεί τη
μητέρα της πως με την άρνησή τους θα την οδηγήσουν στον μαρασμό και τον θάνατο,
για να λάβει την εξής απάντηση: «Αχ!
θυγατέρα μου, αυτή μού αποκρίνεται, το να σε χάσω, αφ’ ου σ’ έκαμα τόσον
μεγάλην, με πικραίνει πολύ και τούτη η θλίψις θέλει μού προξενήσει και θάνατον,
αλλά μ’ όλον τούτο δεν θέλει στέρξω εις εκείνο οπού γυρεύεις».
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/poios-itan-o-kosmos-tis-elisabet-moytzan-martinegkoy
Πώς σχολιάζετε τη στάση της μητέρας της;
11. Σε ποιον απευθύνεται στην τελευταία παράγραφο
με τη φράση: «Και σεις»; Ποιο σχήμα
λόγου υπάρχει;
12. Τι φοβάται περισσότερο η Μαρτινέγκου
αν πεθάνει, τι λέει ότι τη λυπεί περισσότερο και από τον θάνατό της;
13.
Να
δώσετε έναν πλαγιότιτλο για κάθε ενότητα:
- ενότητα
1η: «Εις τούτον τον καιρόν….τας εκρατούσε διωγμένας.»
- ενότητα
2η: « Εγώ εφοβόμουν μεγάλως … να με γκρεμνίσουν εις το μνήμα»
- ενότητα
3η : «Τι λοιπόν, έλεγα… τα γεννήματα της αγχινοίας»
14. «Με τον όρο αυτοβιογραφία
χαρακτηρίζουμε ένα αφηγηματικό κείμενο, στο οποίο ένας άνθρωπος γράφει ο ίδιος
την ιστορία της ζωής του. Η αυτοβιογραφία πρέπει να διακρίνεται απ’ τα απομνημονεύματα, όπου πάνω απ’ όλα
δίνεται έμφαση στη συμμετοχή του συγγραφέα σε σημαντικά γεγονότα της εποχής του
(π.χ. τα απομνημονεύματα των πολεμιστών του 1821 δεν αναφέρονται τόσο στη ζωή
των ηρώων αυτών όσο στη συμμετοχή τους στον Αγώνα για την ανεξαρτησία). Επίσης
με την αυτοβιογραφία συγγενεύει και το ημερολόγιο,
με τη διαφορά ότι το τελευταίο είναι ένα κείμενο χωρίς ιδιαίτερη συνοχή, που
συνήθως γράφεται με μικρή ή μηδαμινή χρονική απόσταση από τα συμβάντα που
περιγράφει. Η αυτοβιογραφία, αντίθετα, στις περισσότερες περιπτώσεις γράφεται
σε χρόνο αρκετά μεταγενέστερο από τα όσα εξιστορεί και σ’ αυτό οφείλει
τουλάχιστον ένα μέρος της λογοτεχνικότητάς της». Με βάση τα παραπάνω, σε ποιο είδος
ανήκει το κείμενο αυτό και ποια στοιχεία το φανερώνουν;
15. «Χωρίς να εκπληρώσω εκείνο το τέλος,
διά το οποίον βάνει ο θεός τον άνθρωπον εις τον κόσμον;». Ποιος πιστεύετε πως
ήταν για την Μαρτινέγκου και ποιος είναι για εσάς ο σκοπός που θα θέλατε να
εκπληρώσετε σε αυτόν τον κόσμο;
16. Να συγκρίνετε τα όνειρα, τις αντιδράσεις
και την πορεία της Μαρτινέγκου με αυτά της Ελένης Μπούκουρη-Αλταμούρα.
Η κόρη τού τολμηρού
Σπετσιώτη θαλασσοπόρου Γιάννη Μπούκουρη, η Ελένη, γεννήθηκε στις Σπέτσες το
1821. Φαίνεται ότι όλη η οικογένεια είχε καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, γιατί ο καπετάν
Μπούκουρης ήταν αυτός που δημιούργησε το πρώτο θέατρο στην Αθήνα στη γνωστή ώς
τις μέρες μας πλατεία Θεάτρου. Η Ελένη έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Ναύπλιο.
Αργότερα φοίτησε ως εσωτερική μαθήτρια στη σχολή Χιλλ. Γνώριζε άριστα Ιταλικά,
Αγγλικά, αρχαία Ελληνικά, ενώ αγαπούσε πάντα τα Αρβανίτικα που μιλούσαν στην
οικογένεια και στο νησί. Από παιδί είχε κλίση στη ζωγραφική και, πράγμα σπάνιο
για τον συντηρητισμό τού 19ου αιώνα, ο πατέρας της και όλο το οικογενειακό της
περιβάλλον την ενθάρρυναν να καλλιεργήσει την κλίση της. Έτσι ο πολυταξιδεμένος
Σπετσιώτης Ιωάννης Μπούκουρης κάλεσε τον καθηγητή τού Σχολείου των Τεχνών
Ραφαέλο Τσέκκολι να τής παραδίδει μαθήματα. Η Αθηνά Ταρσούλη που έγραψε για τη
ζωή τής Ελληνίδας ζωγράφου σημειώνει: «Η μεθοδική διδασκαλία τού Τσέκκολι την
υπέταξε στην πειθαρχία τού ακαδημαϊσμού, χωρίς όμως να τής περιορίζει την ορμή
του ενθουσιασμού της».
Το ανήσυχο πνεύμα τής
Ελένης όμως δεν αρκέστηκε στα μαθήματα αυτά. Πήρε την απόφαση να μεταβεί για
σπουδές στην Ιταλία. Υπήρχε όμως μια δυσκολία που έπρεπε να υπερπηδήσει: η
φοίτηση των γυναικών στις Ακαδημίες Τέχνης ήταν απαγορευμένη. «Ναι,
ήταν αλήθεια ότι ντύθηκα άνδρας για να αποκτήσω ένα πτυχίο, μα και να μελετήσω
με γυμνό μοντέλο. Υπήρχε άλλωστε μια φωτογραφία μου ως μιας Ελένης άντρα και
ζωγράφου. Δεν είχα άλλο τρόπο να παραβιάσω το απαγορευμένο. Παλιότερα καμάρωνα
πολύ για αυτό. Ακόμη, ότι κρατούσα φυλακτό κάτω από τα αντρικά μου ρούχα τού
πατέρα μου τα λόγια, ωσότου τα απορρόφησε το δέρμα μου και πια δεν ήξερα αν
ήταν ευχή ή κατάρα το να ξεχνώ πως είμαι Ελληνίδα».
Έτσι με το όνομα Χρυσίνης Μπούκουρης και φορώντας ανδρικό κοστούμι
παρακολούθησε για 4 χρόνια μαθήματα ζωγραφικής στην Ιταλία. Στο βιβλίο της για
τη μεγάλη ζωγράφο «Ελένη ή ο Κανένας» η Ρέα
Γαλανάκη γράφει: «Η Ελένη μπήκε στα ανδρικά ρούχα όπως οι
Έλληνες στον Δούρειο Ίππο για να εκπορθήσουν την Τροία. Η Ελένη παύει να είναι
η Ελένη Μπούκουρη. Είναι το φοβερό «Κανένας». Είναι η Οδύσσεια μίας γυναίκας.».
……………………………………………………………………….
Όταν η
Ελισάβετ άκουσε ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων, τότε κατάλαβε
πως εκείνη η σκλαβιά έχει λύτρωση, η δική της όμως όχι.
1.
Η Ελισάβετ έζησε μέσα σε όλο αυτό το κλίμα, κυρίως όμως έζησε τη
σκλαβιά μέσα στο σπίτι, όπου μία γυναίκα δεν επικοινωνεί με κανέναν, παρά μόνο
με τη μητέρα της και τη μάμμην της, καταπιεσμένες και αγράμματες, απαγορεύεται
να βγει έξω και, αν κάποτε βγει, πρέπει να είναι καλυμμένη για να μην
αναγνωρίζεται. Οι ξένοι που επισκέφτηκαν το νησί, γράφει η Σχινά, τονίζουν ότι
σχεδόν ποτέ δεν είδαν γυναίκα στον δρόμο. Καμία διασκέδαση πέραν ενός περιπάτου
σε οικογενειακό μετόχι και εργόχειρο. Όταν η Ελισάβετ άκουσε ότι οι Έλληνες
ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων, τότε κατάλαβε πως εκείνη η σκλαβιά έχει
λύτρωση, η δική της όμως όχι. Ήταν τότε είκοσι χρονών, κοίταξε τα ρούχα της και
είπε πως μια γυναίκα, και μάλιστα Ζακυνθία, δεν έχει καμία ελπίδα, καμία
δυνατότητα, και ένιωσε την οικογενειακή τυραννία βαρύτερη από την τουρκοκρατία.
Κάποτε
προσπάθησε, δειλά και απεγνωσμένα να δραπετεύσει στην Ιταλία, με χαρακτηριστική
και παταγώδη σε αποτυχία. Μεταμφιεσμένη και ντυμένη με παλιόρουχα, τριγυρνούσε
μέσα στην Ζάκυνθο χωρίς να ξέρει που να πάει -μια και απαγορευόταν στις
γυναίκες να κινούνται εκτός σπιτιού- και ώρες μετά ανακάλυψε, βλέποντας της
είσοδο τους σπιτιού της, ότι έκανε κύκλους και ακόμα βρίσκονταν στην γειτονιά
της. Σαν τον πνιγμένο που πιάνεται από τα μαλλιά του, ξαναμπήκε στην
"φυλακή" της και δεν προσπάθησε να ξαναφύγει ποτέ. Αλλά, αν άδικη της
στάθηκε η ζωή, και η ιστορία φάνηκε ιδιαίτερα σκληρή με την Ελισάβετ Μουτζάν.
Το έργο της παρέμεινε τελείως ανέκδοτο ως το 1881, όταν ο γιος της Ελισαβέτιος
εξέδωσε λογοκριμένη την "Αυτοβιογραφία" της και κάποια αποσπάσματα
από άλλα έργα της, ως συμπλήρωμα σε κάποια δικά του ποιήματα. Και όταν δεν την
του προέκυψε η επιτυχία που ονειρευότανε, σταμάτησε την προσπάθεια. Και μια
προσπάθεια έκδοσης των έργων της, τη δεκαετία του 1940, σταμάτησε εν την
γενέσει της λόγω έλλειψης κονδυλίων. Και τελικά η μοίρα που φοβόταν η Ελισάβετ
για τα έργα της μετά τον θάνατό της, η φωτιά, ήταν αυτή που τελικά τα περίμενε.
Σε φωτιά που ξέσπασε μετά το μεγάλο σεισμό της Ζακύνθου τα χειρόγραφά των έργων
της απανθρακώθηκαν. Αλλά ίδια μέσα της ήταν ελεύθερη. Και έγραψε την
"Αυτοβιογραφία" της ως παραδειγματικό εγχειρίδιο. Γιατί ήξερε ότι η
ζωή που της είχαν επιβάλλει ήταν ή ίδια με τις ζωές όλων των άλλων γυναικών. Η
ίδια μέσα της ήταν ελεύθερη. Και το κείμενό της ήταν μια κραυγή διαμαρτυρίας
για όλα αυτά που οι άλλοι της επιφύλαξαν ως μοίρα, μια κραυγή με τον τρόπο που
ήξερε και τα μέσα που είχε. Η ίδια μέσα της ήταν ελεύθερη.
17.
Να γράψετε έναν διάλογο ανάμεσα στη Μαρτινέγκου και τον αδελφό της
προσπαθώντας να τον πείσει να μην παντρευτεί.
Η Αυτοβιογραφία της
Ελισάβετ Μουτζάν τελειώνει: «26 Ιουνίου 1831 τελειώνω το ένα μέρος της
ιστορίας μου, το δε άλλο μέρος θέλω γράψει εις το γήρας (αν ίσως και
γηράσω)…». Δεν πρόλαβε, δεν γήρασε… υπενθυμίζοντάς μας πως τίποτα δεν
αποκτιέται χωρίς μεγάλο μόχθο.
|
|